Μετά την καλοκαιρινή ανάπαυλα, αναμένονται οι οριστικές αποφάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων για την αναδιάρθρωση των τιμολογίων ρεύματος, η οποία έχει ήδη κατοχυρωθεί έπειτα από δύο γύρους δημόσιων διαβουλεύσεων με τους φορείς της αγοράς.
Οι επικείμενες ρυθμίσεις καλύπτουν πληθώρα θεμάτων: τον τρόπο εφαρμογής των εκπτώσεων στα τιμολόγια, τα «δώρα» στους πελάτες, τη δομή των διαφημιστικών ανακοινώσεων, τα μεικτά τιμολόγια και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να προσφέρονται, καθώς και τις διαδικασίες τροποποίησης συμβάσεων για κυμαινόμενα ή σταθερά τιμολόγια.
Οι αρχικές προτάσεις της Αρχής είχαν δεχθεί έντονες αντιδράσεις από τις εταιρείες προμήθειας, οι οποίες επισήμαναν ότι το αυστηρό πλαίσιο θα στερέψει την ευελιξία της εμπορικής τους πολιτικής. Στόχος του δεύτερου κύκλου διαβουλεύσεων ήταν η βελτίωση κάποιων λεπτομερειών, χωρίς ωστόσο να μεταβληθεί η συνολική φιλοσοφία των μέτρων, ειδικά στα βασικά σημεία που είχαν επισημανθεί.
Πηγές της ΡΑΑΕΥ διευκρινίζουν πως η διαδικασία διαμορφώνεται τώρα περαιτέρω, αλλά παραμένει σε «αναμονή» έως ότου ξεκαθαριστεί η πιθανότητα εισαγωγής ενός νέου «γαλάζιου» τιμολογίου στο χρωματικό σύστημα. Η προσθήκη αυτής της κατηγορίας επιβάλλει επανεξέταση των ήδη προτεινόμενων παρεμβάσεων, ώστε το τελικό πλαίσιο να ενσωματώνει και το νέο προϊόν.
Η γενική προσέγγιση και το «σκεπτικό» των μέτρων παραμένουν αμετάβλητα, με έμφαση στην ενίσχυση της διαφάνειας και στην κατοχύρωση επιπλέον δικαιωμάτων του καταναλωτή. Ταυτόχρονα, η Αρχή αξιοποίησε την εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών αγορών για να ευθυγραμμίσει τις νέες ρυθμίσεις με τις κοινοτικές οδηγίες και να επιτύχει μέγιστη αποτελεσματικότητα σε μια αγορά που έχει δοκιμαστεί από πολυνομία και διαδοχικές παρεμβάσεις.
Παρόμοιες παρεμβάσεις σχεδιάζονται και για τα τιμολόγια φυσικού αερίου. Η διαδικασία ωρίμανσης βρίσκεται σε ανάλογο στάδιο, με τις τελικές αποφάσεις να αναμένονται περί τα μέσα Σεπτεμβρίου. Όπως και στο ρεύμα, έτσι και στο φυσικό αέριο, η Αρχή αποσκοπεί στη διαμόρφωση ενός συνεκτικού πλαισίου, βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, το οποίο θα εξασφαλίζει σε κάθε φάση της διαπραγμάτευσης καθαρούς όρους και προστασία για τον καταναλωτή, ως το πιο ευάλωτο μέρος της σύμβασης.