Ο ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ προκάλεσε διεθνή κατακραυγή με την επίσκεψή του στο τέμενος Αλ-Ακσα, στην κατεχόμενη ανατολική Ιερουσαλήμ. Παρά τους κανόνες που επιτρέπουν μόνο μουσουλμάνους πιστούς, προσευχήθηκε υπό ισχυρή αστυνομική φρουρά, προσβάλλοντας το καθεστώς του ιερού χώρου «Όρος του Ναού» που διαχειρίζεται το ιορδανικό Waqf. Η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία και η Τουρκία καταδίκασαν ομόφωνα την κίνηση, προειδοποιώντας ότι τέτοιες ενέργειες οξύνουν τη σύγκρουση.
Το Αλ-Ακσα, τρίτος ιερότερος τόπος για το Ισλάμ μετά Μέκκα και Μεδίνα, τελεί υπό status quo από το 1967: μη μουσουλμάνοι επιτρέπεται να επισκέπτονται χωρίς να προσεύχονται κι μόνο σε καθορισμένες ώρες. Ο Μπεν Γκβιρ τονίζει την ανάγκη εβραϊκής πρόσβασης, υποδαυλίζοντας τις φόβους των Παλαιστινίων για εκτοπισμούς και κατάληψη.
Παρά τις καταδίκες, το Ισραήλ διατηρεί το status quo· ο πρωθυπουργός Νετανιάχου διαβεβαίωσε ότι οι κανόνες δεν θα αλλάξουν. Ο 49χρονος υπερ-εθνικιστής, καταδικασμένος κυρίως για ρατσιστικές πράξεις, έχει οικοδομήσει την πολιτική του καριέρα με ακρότητες: από επιθέσεις στο όχημα του Ράμπιν το 1995 έως την οργάνωση απειλών και διαδηλώσεων. Εκλεγμένος στην Κνεσέτ το 2021, προωθεί σχέδια «εθελοντικής μετανάστευσης» Παλαιστινίων και επέκτασης ισραηλινής κυριαρχίας στη Γάζα, θέτοντας σε κίνδυνο κάθε προοπτική ειρήνης.
Παρά την προσωρινή παραίτησή του το χειμώνα λόγω εκεχειρίας, επανήλθε το Μάρτιο 2025, υιοθετώντας τη σκληρή γραμμή Νετανιάχου. Οι διεθνείς κυρώσεις από Ολλανδία, Βρετανία, Αυστραλία, Καναδά, Νέα Ζηλανδία και Νορβηγία δεν τον πτοούν, ενώ εκείνος δηλώνει ότι «σωστάσασ αθρόα μετακινήσεις ομήρων και επιδίωξη αμιγούς δεξιάς κυβέρνησης» συνιστούν πατριωτική του αποστολή.