Κόσμος |

07.11.25 23:01

Αναταράξεις στην Ουάσιγκτον: Πληροφορίες για πιθανά εγκλήματα πολέμου στη Γάζα έφτασαν από το εσωτερικό του ισραηλινού στρατού

Αναφορές από νομικούς του ισραηλινού στρατού για πιθανές παραβιάσεις στη Γάζα προκάλεσαν έντονο προβληματισμό στις ΗΠΑ σχετικά με τη νομιμότητα της στρατιωτικής στήριξης προς το Ισραήλ.

An alt text
Newsroom

Αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών συνέλεξαν πέρυσι στοιχεία που, σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters, αποκάλυπταν εσωτερικές ανησυχίες στον ισραηλινό στρατό για τη νομιμότητα ορισμένων τακτικών στη Γάζα. Οι πληροφορίες αυτές, προερχόμενες από στρατιωτικούς νομικούς, καταγράφηκαν εν μέσω της εκστρατείας που είχε προκαλέσει δεκάδες χιλιάδες απώλειες αμάχων και διευρυμένες καταγγελίες διεθνών οργανισμών για παραβιάσεις του ανθρωπιστικού δικαίου.

Η διαρροή των αναφορών αυτών προς την Ουάσιγκτον θεωρήθηκε από πρώην Αμερικανούς αξιωματούχους μία από τις πιο ευαίσθητες στιγμές της προεδρίας Μπάιντεν, αναζωπυρώνοντας τη συζήτηση για τον ρόλο των ΗΠΑ στη συνέχιση της ισραηλινής στρατιωτικής εκστρατείας.


Σύμφωνα με τις πηγές του πρακτορείου, οι αναφορές που έφτασαν στα αμερικανικά χέρια περιείχαν νομικές επισημάνσεις από στελέχη του ισραηλινού στρατού σχετικά με ενέργειες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντίθετες με το διεθνές δίκαιο. Αν και το Ισραήλ υποστήριζε δημοσίως πως οι επιχειρήσεις στόχευαν αποκλειστικά τη Χαμάς, τα στοιχεία προκάλεσαν έντονο διάλογο στους κύκλους εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.

Η ανησυχία ήταν τέτοια που διυπηρεσιακή σύσκεψη στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας συζήτησε αν οι πληροφορίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επίσημη επανεξέταση της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας. Μια τέτοια παραδοχή θα ενεργοποιούσε νομικές δεσμεύσεις για αναστολή παραδόσεων όπλων, ωστόσο οι νομικοί σύμβουλοι κατέληξαν πως δεν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να διαπιστωθεί παραβίαση του δικαίου των ένοπλων συγκρούσεων.


Οι ενδοκυβερνητικές διαφωνίες εντάθηκαν προς το τέλος της θητείας Μπάιντεν, καθώς τα στατιστικά στοιχεία για τους νεκρούς στη Γάζα πάνω από 68.000 σύμφωνα με παλαιστινιακές αρχές οξύνθηκαν παράλληλα με τη διεθνή πίεση. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε ήδη προειδοποιήσει από τον Δεκέμβριο του 2023 ότι οι επιχειρήσεις ενδέχεται να συνιστούν εγκλήματα πολέμου, χωρίς ωστόσο να καταλήξει σε τελική απόφαση, επικαλούμενο «περιορισμούς πρόσβασης και ομίχλη του πολέμου».

Η υπόθεση αυτή ήρθε στο προσκήνιο καθώς το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο προχώρησε το 2025 στην έκδοση ενταλμάτων σύλληψης για τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και τον τότε υπουργό Άμυνας, κατηγορώντας τους για εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας. Παράλληλα, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εξετάζει αγωγή για γενοκτονία κατά του Ισραήλ, την οποία το Τελ Αβίβ χαρακτηρίζει «πολιτικά υποκινούμενη».


Η δημοσιοποίηση των πληροφοριών προκάλεσε έντονες αντιδράσεις εντός των ΗΠΑ, με μέλη του Κογκρέσου να ζητούν διαφάνεια στην παροχή στρατιωτικής βοήθειας και να θέτουν ερωτήματα για την ευθύνη της Ουάσιγκτον. Παρά την πολιτική πίεση, η κυβέρνηση αποφάσισε να διατηρήσει τη στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ, κρίνοντας ότι η διακοπή της θα ενίσχυε τη Χαμάς και θα ανέκοπτε τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός.

Εντός της ισραηλινής πλευράς, οι αναφορές για διχασμό μεταξύ νομικών και στρατιωτικών ηγετών εντείνουν την αβεβαιότητα για το πώς διαμορφώνεται η πολιτικοστρατιωτική γραμμή, ενώ παραμένει ασαφές εάν θα υπάρξουν εσωτερικές έρευνες ή αποχαρακτηρισμένα πορίσματα.


Οι αποκαλύψεις αναδεικνύουν το βαθύτερο δίλημμα της Ουάσιγκτον: τη σύγκρουση ανάμεσα στη γεωπολιτική συμμαχία με το Ισραήλ και την υποχρέωση τήρησης του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. Παρά τις εσωτερικές προειδοποιήσεις και τις νομικές επιφυλάξεις, η αμερικανική στήριξη προς το Ισραήλ παραμένει αμετάβλητη, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα εάν οι μελλοντικές έρευνες θα οδηγήσουν σε πολιτική αναθεώρηση ή σε σιωπηρή συνέχιση του status quo.