Το κείμενο που ακολουθεί υπογράφεται από τον libérateur και ανήκει στην κατηγορία “Γνώμες” του offnetwork. Παραμένει αυτούσιο, όπως παραδόθηκε από τον συντάκτη.
Στις 10 Ιουλίου 1774, στο χωριό Κιουτσούκ Καϊναρτζή, υπογράφεται η ομώνυμη συνθήκη ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η συμφωνία αυτή, πέρα από τη στρατηγική και εδαφική της σημασία, προσέφερε για πρώτη φορά ένα πλαίσιο προστασίας στους ορθόδοξους πληθυσμούς που ζούσαν υπό οθωμανική κυριαρχία — στοιχείο που έθεσε τις βάσεις για τη μελλοντική ρωσική επιρροή στα Βαλκάνια.
Αιώνες νωρίτερα, στις αρχές του 9ου αιώνα, οι Ρώσοι με καταγωγή από τις σκανδιναβικές χώρες και γνωστοί αρχικά ως «Ρως» επισκέπτονταν σε ετήσια βάση το Βυζάντιο και ιδιαίτερα την Κωνσταντινούπολη. Οι σχέσεις των δύο λαών πέρασαν από περιόδους έντασης και συνεργασίας, για να καταλήξουν στον εκχριστιανισμό των Ρώσων τον 10ο αιώνα.
Αιώνες αργότερα, η ρωσική διανόηση άφησε βαθύ αποτύπωμα και στα μαθηματικά. Ο Pafnuty Chebyshev, του οποίου η περίφημη ανισότητα Chebyshev αποτελεί θεμελιώδες εργαλείο στη θεωρία πιθανοτήτων, τιμήθηκε το 1874 ως επίτιμο μέλος του Institut de France — ενός κορυφαίου ευρωπαϊκού θεσμού επιστήμης και πολιτισμού, που ιδρύθηκε το 1795.
Μεταξύ των επιφανών μελών του Institut υπήρξαν μορφές όπως ο Pierre-Simon Laplace, ο Henri Poincaré, ο Louis Pasteur και ο Claude Monet.
Το πρώτο εξάμηνο του 1916, εξόριστος στη Ζυρίχη, ο Βλαντιμίρ Λένιν συγγράφει το έργο «Ο ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», επιχειρώντας να ερμηνεύσει την παγκόσμια οικονομική ανισορροπία της εποχής.
Μερικές δεκαετίες αργότερα, στις 30 Απριλίου 1945, ο Αδόλφος Χίτλερ αυτοκτονεί και στις 2 Μαΐου ο στρατηγός Βάιλντιγκ υπογράφει την άνευ όρων παράδοση του Βερολίνου στους Σοβιετικούς. Η Ευρώπη αλλάζει για πάντα, και οι σχέσεις της με τη Ρωσία επαναπροσδιορίζονται μέσα από πολέμους, ιδεολογίες και συμμαχίες.
Σήμερα, σχεδόν τρεις αιώνες μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, οι σχέσεις Ευρώπης και Ρωσίας βρίσκονται ξανά σε κρίσιμο σημείο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοινώνει πρόγραμμα επανεξοπλισμού, επικαλούμενη τον «κίνδυνο της Ρωσίας».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες προμηθεύουν την Ευρώπη με ακριβό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), στο πλαίσιο της ενεργειακής απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, ενώ παράλληλα μεταθέτουν στους Ευρωπαίους την ευθύνη για την προστασία της Ουκρανίας.
Στις 30 Απριλίου 2025, υπογράφηκε το πλαίσιο «Ukraine–United States of America Mineral Resources Agreement», το οποίο προβλέπει τη δημιουργία Ταμείου Ανασυγκρότησης. Το Ταμείο θα διαχειρίζεται τα έσοδα από τα κοιτάσματα φυσικών πόρων της Ουκρανίας, υπό κοινή αμερικανο-ουκρανική διαχείριση.
Η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία θα λογίζεται ως “εισφορά κεφαλαίου” στο Ταμείο, χωρίς όμως να παρέχονται δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ — στοιχείο που εγείρει ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη δέσμευση της Ουάσιγκτον.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι παραβιάσεις του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου από ρωσικά drones έχουν πολλαπλασιαστεί. Παρ’ όλα αυτά, λίγες ευρωπαϊκές χώρες τις χαρακτηρίζουν επισήμως «εχθρικές ενέργειες», προσπαθώντας να αποφύγουν μια ανοιχτή στρατιωτική κλιμάκωση με τη Μόσχα.
Η Γερμανία, της οποίας ο εναέριος χώρος έχει παραβιαστεί επανειλημμένα, αντιμετωπίζει ένα ιδιαίτερο συνταγματικό δίλημμα. Το Γερμανικό Σύνταγμα, λόγω του τραυματικού ναζιστικού παρελθόντος, απαγορεύει τη χρήση του στρατού σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας. Έτσι, μόνο η αστυνομία μπορεί νομικά να καταρρίψει τα drones — χωρίς όμως να διαθέτει τα κατάλληλα μέσα.
Αν και κανένα από τα καταγεγραμμένα drones δεν έφερε οπλισμό, οι γερμανικές αρχές θεωρούν πιθανή τη χρήση τους για κατασκοπεία.
Η σημερινή Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με διπλή πρόκληση: να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο κλιμάκωσης χωρίς να φανεί αδύναμη ή παθητική. Ταυτόχρονα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλούνται να διαχειριστούν την κοινή γνώμη, που πιέζει για ασφάλεια χωρίς πόλεμο.
Η ιστορία διδάσκει ότι οι σχέσεις Ευρώπης και Ρωσίας ποτέ δεν ήταν στατικές — μεταβάλλονταν ανάλογα με την ισορροπία ισχύος, τα οικονομικά συμφέροντα και τις κοινωνικές εξελίξεις.
Στον κόσμο του 2025, όπου η ενέργεια, η τεχνολογία και η ασφάλεια αποτελούν τα νέα πεδία αντιπαράθεσης, η ενεργός συμμετοχή των πολιτών και η ορθολογική χάραξη πολιτικής γίνονται περισσότερο από ποτέ όροι επιβίωσης για το ευρωπαϊκό μέλλον.