Η στέγαση εξελίσσεται σε έναν από τους πιο πιεστικούς κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τα στοιχεία της έκδοσης Housing in Europe – 2025 της Eurostat. Το 2024, το 8,2% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε σε νοικοκυριά που δαπανούσαν τουλάχιστον το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για έξοδα στέγασης, ποσοστό που αποτυπώνει με σαφήνεια την πίεση που ασκείται στα ευρωπαϊκά νοικοκυριά.
Οι διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών είναι έντονες. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό εκτοξεύεται στο 28,9%, καταγράφοντας τη βαρύτερη επιβάρυνση σε ολόκληρη την Ένωση. Ακολουθούν η Δανία με 14,6% και η Γερμανία με 12,0%. Στον αντίποδα, η Κύπρος (2,4%), η Κροατία (3,7%) και η Σλοβενία (3,8%) εμφανίζουν τα χαμηλότερα επίπεδα στεγαστικής υπερφόρτωσης.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα νοικοκυριά δαπανούσαν κατά μέσο όρο το 19% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση το 2024. Ωστόσο, για τα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας, το ποσοστό αυτό εκτινάσσεται στο 37%, αποκαλύπτοντας το βαθύ κοινωνικό ρήγμα που συνοδεύει την άνοδο των τιμών κατοικίας και ενοικίων.
Η μακροπρόθεσμη εικόνα ενισχύει τις ανησυχίες. Από το 2010 έως το 2024, οι τιμές κατοικιών στην ΕΕ αυξήθηκαν συνολικά κατά 53%, ενώ τα ενοίκια κατέγραψαν άνοδο 25%. Την ίδια περίοδο, οι κατασκευαστικές τιμές αυξήθηκαν κατά 56%, επιβαρύνοντας περαιτέρω την πρόσβαση σε νέα κατοικία.
Τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι το πρόβλημα είναι εντονότερο στα αστικά κέντρα. Σχεδόν το 10% των κατοίκων πόλεων στην ΕΕ ζει σε νοικοκυριά με υπερβολικό στεγαστικό βάρος, έναντι 6% στις αγροτικές περιοχές. Η συγκέντρωση πληθυσμού, η περιορισμένη προσφορά και οι αυξημένες επενδυτικές πιέσεις διαμορφώνουν ένα περιβάλλον όπου η στέγη μετατρέπεται σταδιακά από κοινωνικό αγαθό σε παράγοντα αποκλεισμού.
Η ευρωπαϊκή εικόνα της στέγασης το 2025 αναδεικνύει ότι, πέρα από εθνικές ιδιαιτερότητες, το ζήτημα της προσιτής κατοικίας αποτελεί πλέον διαρθρωτική πρόκληση για την κοινωνική συνοχή της Ένωσης.
Σύνταξη: offnetwork.gr — Διασταύρωση πηγών από Eurostat / Ευρωπαϊκή Επιτροπή