Ο «Μάξιμος Σαράφης», πρώην προστατευόμενος μάρτυρας στην υπόθεση Novartis, βρέθηκε σήμερα στο εδώλιο του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών και υπερασπίστηκε όλες τις κατάθεσές του, αποδίδοντας την πληροφόρησή του αποκλειστικά στον άλλοτε ισχυρό παράγοντα της φαρμακοβιομηχανίας, Κωνσταντίνο Φρουζή.
Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι δεν παραβρέθηκε ποτέ σε δωροδοκίες, αλλά «απλώς μετέφερα όσα μου είχε διηγηθεί ο προϊστάμενός μου», χαρακτηρίζοντας τη Novartis «διεφθαρμένη εταιρεία».
Παράλληλα μίλησε για το βαρύ προσωπικό κόστος της εμπλοκής του με τη Δικαιοσύνη και εξήγησε ότι αποφάσισε να καταθέσει «για ηθικούς λόγους», πιστεύοντας ότι όφειλε να βοηθήσει στη διαλεύκανση ενός σκανδάλου με χιλιάδες θύματα. Ανέφερε ότι δεν είχε καμία πρόθεση «να γίνω το πρόθυμο πιστόλι» και ότι, αν μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω, δεν θα επανέλαβε την εμπλοκή του.
Για τα πολιτικά πρόσωπα που ενεπλάκησαν, τόνισε ότι δεν γνωρίζει αν οι καταγεγραμμένοι προϋπολογισμοί δωροδοκιών «υπηρέτησαν πολιτικούς ή καρπώθηκαν από τον ίδιο τον Φρουζή», ενώ επισήμανε ότι τόσο οι ίδιοι όσο και ο άλλοτε επικεφαλής του οργανισμού, Ευάγγελος Σημανδράκος, διαψεύστηκαν όταν προσέφυγαν εναντίον του.
Ξεκαθάρισε ότι δεν έχει καταθέσει τίποτα για τον Αντώνη Σαμαρά, τον Ευάγγελο Βενιζέλο ή τον Γιάννη Στουρνάρα και ότι για τον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Ανδρέα Λοβέρδο μίλησε «για επηρεασμό, όχι για χρηματισμό». Σημείωσε ότι σε αναφορές για «ξέπλυμα» μέσω της εκδοτικής εταιρείας του κ. Γεωργιάδη, βασίστηκε σε όσα του μετέφερε ο κ. Φρουζής.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε σε συνάντηση του Φρουζή με τον πρώην υπουργό Υγείας Ανδρέα Λοβέρδο το 2012, όπου συζητήθηκε η προώθηση του φαρμάκου Gilenia την ίδια νύχτα, όπως κατέθεσε, ο Φρουζής ζήτησε αύξηση του προϋπολογισμού κατά 200.000 € ζήτημα που πέρασε «κατεπείγον» παρά την απαγόρευση νέων αδειοδοτήσεων φαρμάκων λόγω οικονομικής κρίσης.
Τέλος, περιέγραψε τον μηχανισμό διαφθοράς της Novartis ως πυραμίδα: γιατροί στη βάση, έπειτα κρατικοί αξιωματούχοι κι, επάνω πάνω, υπουργοί κυρίως του Υγείας που υπογράφουν τις εισαγωγές και αποζημιώσεις φαρμάκων. Παρότι υπέδειξε περισσότερους από 4.000 γιατρούς στην Εισαγγελία Διαφθοράς, δεν έχει εκδοθεί καμία καταδικαστική απόφαση, κυρίως λόγω παραγραφής.